Η ενδοδοντική θεραπεία (απονεύρωση) είναι οδοντιατρική υπηρεσία που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία και τη διατήρηση των δοντιών με μολυσμένες ρίζες.
Η ενδοδοντική θεραπεία (κοινώς γνωστή και ως ‘απονεύρωση’) είναι απαραίτητη όταν ένα δόντι χάνει τη ζωτικότητα των νεύρων του είτε ως αποτέλεσμα βαθιάς τερηδόνας που προσβάλλει τα ενδότερα στρώματα του δοντιού (πολφός) είτε ως αποτέλεσμα οξέος τραύματος (πχ από ατύχημα).
Κατά την ενδοδοντική θεραπεία αφαιρείται όλος ο πολφός (νεύρα και αγγεία) που βρίσκεται στις ρίζες και την μύλη του δοντιού, καθαρίζεται ο χώρος από μικρόβια και τοξίνες και τέλος πληρούται με εμφρακτικό υλικό (γουταπέρκα).
Η διαδικασία γίνεται υπό τοπική αναισθησία, είναι ανώδυνη και ολοκληρώνεται σε μία ή περισσότερες συνεδρίες, ανάλογα με την αρχική κατάσταση του δοντιού και την πολυπλοκότητα της ανατομίας του.
Συνήθως μετά την ολοκλήρωση της ενδοδοντικής θεραπείας, το δόντι αποκαθίσταται με στεφάνη (θήκη) διότι είναι αρκετά εξασθενημένο και εύθραυστο.
Συχνές περιπτώσεις κατά την οποίες ο ασθενής χρειάζεται απονεύρωση είναι όταν η τερηδόνα έχει πλησιάσει ή έχει φτάσει στο νεύρο ή όταν το νεύρο έχει νεκρωθεί και η περιοχή έχει γεμίσει μικρόβια. Είναι μάλιστα πιθανό τα μικρόβια να έχουν προσβάλει ακόμα και το κόκαλο δημιουργώντας κύστη στην περιοχή.